Vienna Boys Choir
Χορωδία
Πριν από μισή χιλιετία, το 1498, ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Μαξιμιλιανός ο Α΄, μετέφερε την αυλή και τους μουσικούς του από το Ίνσμπρουκ στη Βιέννη, ορίζοντας να βρίσκονται πάντα μεταξύ των μουσικών και έξι αγόρια. Μ’ αυτόν τον τρόπο, έβαλε τα θεμέλια της Χορωδίας αγοριών της Βιέννης. Μέχρι το 1918 η χορωδία τραγουδούσε αποκλειστικά και κατ’ εντολή της αυλής. Μουσικοί όπως οι Heinrich Isaac, Paul Hofhaimer, Heinrich Ignaz, Franz Biber, Johann Joseph Fux, Christoph Willibald Gluck, Wolfgang Amadeus Mozart, Antonio Salieri και Anton Bruckner συνεργάστηκαν με τη Χορωδία αγοριών, ενώ ο Jacobus Gallus, οι αδερφοί Joseph και Michael Haydn, ο Franz Schubert και οι μαέστροι Hans Richter, Felix Mottl και Clemens Krauss ήταν μέλη της. Μετά την κατάρρευση της μοναρχίας των Αψβούργων, το αυστριακό κράτος ανέλαβε την Όπερα της Αυλής, όχι όμως και τη Χορωδία των αγοριών. Το σχήμα οφείλει την περαιτέρω ύπαρξή του στην πρωτοβουλία του Josef Schnitt, ο οποίος το 1921 έγινε διευθυντής της Burgkapelle. O Schnitt, μετέτρεψε τη Χορωδία αγοριών σ’ ένα ιδιωτικό σύνολο: από Χορωδία αγοριών της Αυλής, έγινε η Χορωδία αγοριών της Βιέννης και η στολή ευελπίδων έδωσε τη θέση της στη ναυτική στολή. Η χρόνια έλλειψη οικονομικών πόρων, ανάγκασε τη χορωδία να δίνει κοντσέρτα και εκτός της Burgkapelle. H επιτυχία ήταν απρόσμενη. Μέσα σ’ ένα χρόνο, η χορωδία τραγούδησε στο Βερολίνο, υπό τη διεύθυνση του Erick Kleiber, στην Πράγα και τη Ζυρίχη. Μετά την Αθήνα (1928) ακολούθησαν η Ισπανία, η Γαλλία, η Δανία, η Νορβηγία, η Σουηδία (1929), οι Ηνωμένες Πολιτείες (1932), η Αυστραλία (1934) και η Νότια Αμερική (1936). Σήμερα η χορωδία αριθμεί 100 αγόρια, μεταξύ 10 και 14 ετών, χωρισμένα σε τέσσερις χορωδίες συναυλιών, οι οποίες δίνουν περίπου 300 συναυλίες το χρόνο με μισό περίπου εκατομμύριο θεατές. Κάθε μία από τις χορωδίες, βρίσκεται 9 έως 11 εβδομάδες του σχολικού έτους σε τουρνέ. Τα μέλη της Χορωδίας αγοριών της Βιέννης ταξιδεύουν σχεδόν σε όλα τα κράτη της Ευρώπης, Ασίας, Αυστραλίας, Νότιας και Κεντρικής Αμερικής, στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. Μαζί με τα μέλη της Φιλαρμονικής της Βιέννης και της Κρατικής Χορωδίας της Όπερας της Βιέννης, αποτελούν τους συνεχιστές της αυτοκρατορικής παράδοσης. Από το 2001, η καλλιτεχνική διεύθυνση της χορωδίας έχει ανατεθεί στον Gerald Wirth. Διαδέχτηκε το Νorbert Balatsch, ο οποίος υπήρξε για πολλά χρόνια διευθυντής χορωδίας του Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ και της Κρατικής Όπερας της Βιέννης. Το ρεπερτόριο της Χορωδίας αγοριών της Βιέννης, εκτείνεται από τη μουσική του Μεσαίωνα έως τη σύγχρονη και πειραματική μουσική. Τον πυρήνα του ρεπερτορίου των τουρνέ απαρτίζουν μοτέτα και τραγούδια, καθώς και δικές τους διασκευές πάνω σε βαλς και πόλκες του Johann Strauss. O Benjamin Britten έγραψε για τη χορωδία τα Vaudeville The Golden Vanity και διηύθυνε ο ίδιος την παγκόσμια πρώτη στο Aldeburgh Festival το 1967. Αυστριακοί συνθέτες όπως ο Ιzk Gruber (πρώην μέλος της χορωδίας), ο Heinz Kratochwil, ο Ernst Krenek και ο Balduin Sulzer έχουν γράψει επίσης έργα για τη χορωδία. Κάθε χρόνο η χορωδία ερμηνεύει ορατόρια και συμφωνικά έργα, συμπράττοντας με ανδρική χορωδία και ορχήστρα. Σολίστες της Χορωδίας αγοριών αναλαμβάνουν τακτικά μέρη, όπως το solo αγοριών στους Chichester Psalms του Bernstein ή τα soli στο Klagende Lied του Mahler. Μαέστροι οι οποίοι έχουν διευθύνει το σχήμα, είναι μεταξύ άλλων οι: Pierre Boulez, Nikolaus Harnnoncourt, Sir Neville Marriner, Riccardo Muti (επίτιμο μέλος της Hofmusikkapelle της Βιέννης) και ο Kent Nagano. Σημαντικό μέρος του ρεπερτορίου αποτελούν οι παιδικές όπερες. Η χορωδία αναλαμβάνει την παραγωγή μίας έως δύο οπερών το χρόνο. Τα τελευταία χρόνια οι όπερες που παρουσιάστηκαν ήταν: The Little Sweep του Benjamin Britten, Hänsel und Gretel του Engelbert Humperdinck, Bastien und Bastienne του Wolfgang Amadeus Mozart, Das Zauberwort του Joseph Rheinberger και Die Reise des kleinen Prinzen του Gerald Wirth, βασισμένο στο βιβλίο του Antoine de Saint-Exupéry, Ο μικρός πρίγκιπας. To διάστημα αυτό, ο Wirth γράφει μια νέα όπερα, το Schicksalstafel. Mέλη της Χορωδίας αγοριών εμφανίζονται συχνά σε σημαντικές αίθουσες συναυλιών καθώς και σε μεγάλες παραγωγές όπερας: Carmen, Die Zauberflöte, Gianni Scicchi, La Bohème, The Turn of the Screw, Tosca. Νέες παραγωγές και συνεργασίες με σκηνοθέτες, χορογράφους, χορευτές, ηθοποιούς, αθλητές, φωτογράφους, ζωγράφους και γλύπτες, οδηγούν σε νέες φόρμες επί σκηνής. Ένα παράδειγμα είναι η οπτική και σκηνική αναδρομή στη θρησκευτική (spiritual) μουσική διαφόρων πολιτισμών. Τα αγόρια τραγουδούν σε νέα τονικά συστήματα, κινούνται, χορεύουν, παίζουν τύμπανα και άλλα λαϊκά όργανα. Άλλα σχέδια περιλαμβάνουν ηχογραφήσεις σύγχρονης και παραδοσιακής εβραϊκής μουσικής, pop, hip hop, video και κινηματογραφικής μουσικής. Η Χορωδία αγοριών έχει επίσης τραγουδήσει σε ορισμένα soundtracks ταινιών, όπως οι: Primal Fear (USA 1996), Der dreizehnte Stock (USA 1999), Dokuritsu shonen-gasshoudan (Ιαπωνία 2000), Doraemon (κινούμενα σχέδια, Ιαπωνία 2000), Ι.C.E. (USA 2001). H Χορωδία αγοριών της Βιέννης διαθέτει το δικό της οικοτροφείο και σχολή. Σχεδόν 250 παιδιά φοιτούν στη σχολή αποκτώντας μια μουσική και γενική εκπαίδευση. Τα πιο ταλαντούχα αγόρια στην ηλικία των 10 ετών, συμμετέχουν σε κάποια από τις τέσσερις χορωδίες. Στο γυμνάσιο, το μάθημα γίνεται σε μικρές ομάδες. Στον ελεύθερο χρόνο τα παιδιά συμμετέχουν σε εκδρομές, επισκέψεις σε μουσεία, κινηματογράφους, θέατρο και συναυλίες, όπως επίσης κάνουν αθλητισμό και κολύμπι. Η σχολή έχει τη δική της μπάντα και οι μαθητές ενθαρρύνονται να δημιουργήσουν τα δικά τους projects: κάποιοι από αυτούς γράφουν, παίζουν και σκηνοθετούν μικρά θεατρικά σχετικά με τη ζωή τους στη σχολή. Κάθε παιδί από την προσχολική ηλικία έως την εφηβεία, πρέπει να συμβάλει στα δρώμενα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η Χορωδία αγοριών της Βιέννης είναι ένας ιδιωτικός σύλλογος, μη κερδοσκοπικός, ο οποίος συντηρείται από τα έσοδα των συναυλιών και των δίσκων. Για τη λειτουργία του σχολείου και της χορωδίας, απαιτούνται πρόσθετες πηγές εσόδων, όπως χορηγοί και δωρητές.