Συμφωνική Ορχήστρα Gürzenich Κολωνίας
Συμφωνική Ορχήστρα
Οι ρίζες της Ορχήστρας Gürzenich βυθίζονται σε ένα παρελθόν τόσο απομακρυσμένο όσο ο 15ος αιώνας, κατά τον οποίο ιδρύθηκαν ένα μεγάλο κι ένα μικρό καθεδρικό μουσικό σύνολο (große/kleine Domkapelle), τα οποία έως το τέλος του 18ου αιώνα ερμήνευαν για την Κολωνία εκκλησιαστική μουσική αλλά και κοντσέρτα και θεατρική μουσική. Το 1827, με την υποστήριξη εύπορων πολιτών που αγαπούσαν τις τέχνες, η Ορχήστρα τίθεται υπό την αιγίδα της "Εταιρείας Κοντσέρτου" της Κολωνίας ("Cölner Concert – Gesellschaft"). Η εταιρεία αυτή διοργάνωνε "κοντσέρτα της εταιρείας" ή "κοντσέρτα των συνδρομητών", τα οποία ερμηνεύονταν στο Gürzenich Hall από το 1857 και μετά, αλλά και τα Φεστιβάλ Μουσικής του Κάτω Ρήνου (Niederrheinische Musikfeste) που λάμβαναν χώρα στην Κολωνία και αλλού, υπό τη διεύθυνση του Felix Mendelssohn - Bartholdy. Προσέλαβε επίσης Δημοτικούς Μουσικούς Διευθυντές (Kapellmeister) όπως οι Conradin Kreutzer, Heinrich Dorn, Ferdinand Hiller, Franz Wüllner και Fritz Steinbach. Σημαντικοί Διευθυντές Ορχήστρας και συνθέτες της εποχής όπως οι Berlioz, Wagner, Verdi, Brahms και Stravinsky, πραγματοποιούσαν τακτικά εμφανίσεις με αυτή την παραδοσιακή Ορχήστρα της Κολωνίας. Η Ορχήστρα Gürzenich είχε την τιμή να ερμηνεύσει τις πρεμιέρες σημαντικών έργων όπως το Doppelkonzert Op. 102 του Brahms, τα έργα Till Eulenspiegel και Don Quixote του Richard Strauss, τη Symphonie No. 5 του Mahler, καθώς και το Hiller - Variationen του Max Reger και το Orchesterkonzert του Bernd Alois Zimmermann. Μεταξύ του 1945 και του 1974 η Ορχήστρα τελούσε υπό την μπαγκέτα του μυθικού Günter Wand, ο οποίος διαδέχτηκε τους Μουσικούς Διευθυντές Hermann Abendroth και Eugen Paps. Ενώ αύξησε το κλασικό – ρομαντικό ρεπερτόριο, δεν παρέλειψε τους Paul Hindemith, Ernst Křenek, Werner Egk, Olivier Messiaen, Wolfgang Fortner, Bernd Alois Zimmermann και Hans Werner Henze. Συνθέτες όπως οι Karlheinz Stockhausen, Witold Lutoslawski και Krzysztof Penderecki προσκαλούνταν τακτικά να διευθύνουν δικά τους έργα με την Ορχήστρα Gürzenich. Δε θα πρέπει δε να λησμονήσουμε το μακρύ κατάλογο των σολίστ που συνεργάστηκαν με την Ορχήστρα κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Μεταξύ αυτών οι πιανίστες Eugen d’ Albert, Ferruccio Busoni, Vladimir Horowitz, Edwin Fischer, Claudio Arrau, Clara Haskil, Wilhelm Backhaus, Walter Gieseking, Alfred Brendel, Maurizio Pollini και Radu Lupu και οι βιολονίστες Joszef Szigeti, Adolf Busch, Carl Flesch, Bronislaw Hubermann, Jascha Heifetz, Wolfgang Schneiderhan, Henryk Szeryng, Frank Peter Zimmermann και Anne - Sophie Mutter. Το 1975 ο Yuri Ahronovitch ανέλαβε τη θέση του Διευθυντή της Ορχήστρας και του Μουσικού Διευθυντή, έως ότου τον διαδέχθηκε, έντεκα χρόνια αργότερα, ο Marek Janowski. Το 1986 η Αίθουσα της Φιλαρμονικής της Κολωνίας, που μόλις είχε εγκαινιαστεί, έγινε η τακτική στέγη της Ορχήστρας Gürzenich. Όταν ο James Conlon ανέλαβε Γενικός Μουσικός Διευθυντής της Κολωνίας το 1991, η Ορχήστρα καθιερώθηκε στη διεθνή μουσική σκηνή, όπως μαρτυρούν και οι πολυάριθμες περιοδείες της. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, μεγάλο μέρος της εργασίας της Ορχήστρας Gürzenich με το James Conlon αφιερώθηκε στις ηχογραφήσεις. Πολλά διεθνή βραβεία δισκογραφικής δουλειάς απονεμήθηκαν στο Zemlinsky Cycle (EMI) ειδικότερα, αλλά και στη σειρά με τον τίτλο Κοντσέρτα για βιολί του 20ού αιώνα (Violin Concertos of the 20th Century) με σολίστα το Vladimir Spivakov, καθώς κι ένα CD που παρουσιάζει έργα του Viktor Ullmann (Capriccio). Η ηχογράφηση της πλήρους σειράς των Συμφωνιών του Shostakovitch υπό τη διεύθυνση του Dmitrij Kitajenko (Capriccio) απέσπασε το Κλασικό Βραβείο "MIDEM 2006".