Maurice Béjart Lausanne Ballet

Μπαλέτο
Τέλη Ιουνίου 1987, στις Βρυξέλλες, η αυλαία πέφτει για τελευταία φορά στο "Μπαλέτο του 20ού αιώνα". Έξι εβδομάδες αργότερα, το "Béjart Ballet" ξεκινά τις πρόβες του στη Λοζάνη, για να γίνει το διάσημο, πια, "Béjart Ballet Lausanne". Με τα τόσα ερεθίσματα που δέχεται με αυτήν τη μετακόμιση αστραπή, ο Μπεζάρ ρίχνεται σε έναν καταρράκτη δημιουργιών: Souvenir de Léningrad (Αναμνήσεις από το Λένινγκραντ) , Prélude à l’ Après-midi d’ un Faune,.. Et valse, Cantique (Άσμα),.. και, στη συνέχεια, διασχίζει τον κόσμο, ακολουθώντας τη διεθνή του κλίση: Ισραήλ, Ιαπωνία, Βέλγιο, Ισπανία, Ιταλία, Γερμανία, αλλά και Τουρκία, Ελλάδα, Βραζιλία, Αίγυπτος… για να πραγματοποιεί περί τις 120 παραστάσεις κάθε χρόνο.
Οι 41 βραδιές του La danse en révolution την άνοιξη του 1989, προσελκύουν περίπου 150.000 θεατές στο Grand Palais του Παρισιού. Ακούραστα, ο χορογράφος ζωγραφίζει μνημειώδεις τοιχογραφίες. Το Μάρτη του 1990, βλέπει το φως της μέρας το έργο μιας ζωής στη Deutsch Oper του Βερολίνου: Ring um den Ring, κατά την Τετραλογία του Richard Wagner. Δυο μήνες αργότερα, στην Όπερα του Καΐρου, δημιουργεί έναν ύμνο στο αιγυπτιακό μεγαλείο. Σα μια ανατολίτικη σουίτα, το έργο Πυραμίδες – Ελ Νουρ διηγείται την πορεία μιας μυστικιστικής μουσικής μέσα στο χρόνο και το χώρο. Οι εορτασμοί της 700ής επετείου της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, την άνοιξη του 1991, δίνουν στον καλλιτέχνη το ερέθισμα να ενδιαφερθεί για το έργο του πατέρα της ψυχολογίας του βάθους, του Ελβετού Καρλ - Γκούσταβ Γιουνγκ. La Tour (Ο Πύργος) παρουσιάζεται τότε σαν ένα από τα πλέον συναρπαστικά κολάζ στην τέχνη του οποίου ο χορογράφος είναι πραγματικός τεχνίτης.
Έχοντας κουραστεί από τα μεγάλα θεάματα για τεράστιες αίθουσες, ο Μπεζάρ έχει σκοπό να αφιερωθεί σε μια πιο προσωπική δουλειά με ένα συγκρότημα με νέες διαστάσεις, που αριθμεί 35 χορευτές. Παράλληλα με τη νέα τοποθέτηση του συγκροτήματός του και συνειδητοποιώντας την ύπαρξη μιας έλλειψης, ιδρύει, το 1992 στη Λοζάνη, τη σχολή - εργαστήρι Rudra Béjart, όπου παρέχεται η διδασκαλία του σε προγράμματα διάρκειας δύο ετών.
Η Sylvie Guillem την οποία είχε αναδείξει στην Όπερα του Παρισιού, του εμπνέει μια πλούσια Sissi – L’Impératrice anarchiste (Σίσυ – η αναρχική αυτοκράτειρα) όπου η ηγέτις εμφανίζεται ως "Φίλη του λαού, των καλλιτεχνών και των ποιητών". Στο Jean - Luc Godard, ο χορογράφος αφιερώνει τη Νύχτα (La Nuit), ένα άλμπουμ ζωντανών εικόνων. Όμως, ο Mandarin merveilleux (Θαυμάσιος Μανδαρίνος) του, με τη δύναμη των σκιών και του φωτός των Métropolis και M le maudit (Μ ο Καταραμένος) του Fritz Lang, είναι το έργο που πραγματικά θα σημαδέψει την πορεία του. Απορρίπτοντας το "πρετ – α - πορτέ", ο Μορίς Μπεζάρ αφιερώνεται στο "κατά παραγγελία" με τη μορφή μιας ανθολογίας μερικών σημαντικών στιγμών: l’ Art du Pas de Deux (Η Τέχνη του πα ντε ντε) που προσφέρει ένα ιλιγγιώδες πανόραμα του έργου του Δασκάλου.
Η στενή σχέση που διατηρεί ο Μπεζάρ με το ιαπωνικό συγκρότημα του Tokyo Ballet και ο αντίκτυπος των ίδιων του των περιοδειών στην Ιαπωνία έχουν ως αποτέλεσμα, το 1993, να βραβευθεί με το Praemium Imperiale που ορισμένοι θεωρούν ως το βραβείο Νόμπελ των Τεχνών. Και αυτό, αφού επτά χρόνια νωρίτερα είχε χρησθεί Ιππότης του Τάγματος του Ανατέλλοντος Ηλίου. Βαθιά εντυπωσιασμένος από την εγκατάστασή του, στις 29 Μαρτίου 1995, υπό τον Τρούλο του Ινστιτούτου, στη θέση του εκλιπόντος Paul - Louis Weiller, ο Μπεζάρ είναι ο πρώτος χορευτής πλήρες μέλος της επιφανούς αυτής Ακαδημίας.
Τύχη ή ισχυρή θέληση, το 1996 είναι η χρονιά των "revivals". Ύστερα από αίτημα της Εθνικής Όπερας του Παρισιού, ο χορογράφος βγάζει από τη λήθη την Ένατη Συμφωνία του Μπετόβεν του. Πρόκειται για ένα μεγαλειώδες θέαμα το οποίο συνέλαβε σε μια εποχή – 1964 – όπου κατακτούσε τα Palais des sports (αθλητικά μέλαθρα) και άλλες αρένες. Η επιτυχία της αυτής παριζιάνικης παραγωγής είναι αντίστοιχη του εγχειρήματος: 80 χορευτές μεταξύ των οποίων 8 αστέρια, 90 μέλη χορωδίας, 4 σόλο τραγουδιστές και μια συμφωνική ορχήστρα! Τον Ιανουάριο του 1997, στην τελική σκηνή της παρισινής πρεμιέρας της νέας δημιουργίας του "Béjart Ballet Lausanne" Το Πρεσβυτέριο δεν έχει χάσει τίποτε από τη γοητεία του, ούτε ο κήπος από τη λάμψη του (Le Presbytère n’a rien perdu de son charme, ni le jardin de son éclat), η αυλαία σηκώνεται αποκαλύπτοντας τους Queen και τον Elton John που τραγουδούν το Show must go on κάτω από τις επευφημίες ενός κοινού έκπληκτου και γοητευμένου. Η επιτυχία του θεάματος είναι τόσο μεγάλη που, μετά μια θριαμβευτική περιοδεία σε Αργεντινή, Βραζιλία, Χιλή, Το Πρεσβυτέριο…! γίνεται ταινία σε παραγωγή "Queen Productions Ltd.". Έπειτα, ο χορογράφος συνεχίζει με νέες δημιουργίες: για τη Sylvie Guillem οργανώνει το Racine cubique (Κυβική ρίζα), στο Mikhail Baryschnikov προσφέρει το Piano Bar και στη Marie - Claude Pietragalla, αστέρι της Εθνικής Όπερας του Παρισιού, προορίζεται το ντουέτο με το Gil Roman, Juan y Teresa. Στο αναγεννησιακό σκηνικό των κήπων Boboli, στη Φλωρεντία, ο Μπεζάρ και ο Gianni Versace δημιουργούν με τέσσερα χέρια ένα θέαμα χορού περιπλεγμένο με μια επίδειξη μόδας. Το 1998, οι περιοδείες του "Béjart Ballet Lausanne" ξαναρχίζουν με εντονότατους ρυθμούς: Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο,… Ρωσία. Ύστερα από είκοσι χρόνια απουσίας του Μπολσόι, ο καλλιτέχνης ξαναβρίσκει μια από τις πλέον μυθικές σκηνές του κόσμου για να δημιουργήσει εκεί το Mutationx, είδος διδακτικού μύθου, στον οποίο ο χορογράφος σκηνοθετεί μια ομάδα επιζώντων πυρηνικής καταστροφής που πρόκειται να εγκαταλείψουν τη γη – ή ό,τι απέμεινε από αυτήν- επιβιβαζόμενοι στον τελευταίο διαθέσιμο πύραυλο.
Πάνω στην ένταση, το "Béjart Ballet Lausanne" χορεύει το Πρεσβυτέριο…! στο μεγάλο Ανάκτορο του Κρεμλίνου, όπου η μουσική των Queen και η αναφορά του Jorge Donn συνταράσσουν τους 6.000 θεατές που έχουν καταλάβει έως και το τελευταίο σκαμνί. Διαθέτοντας λιγότερο από ένα μήνα για να ανεβάσει έναν ασυνήθιστο Καρυοθραύστη που εγγράφεται στην άμεση συνέχεια του Gaîté parisienne (Παριζιάνικο γλέντι) και του Arepo, ένα νέο έργο παίρνει μορφή, το οποίο ωριμάζει ο Μπεζάρ εδώ και κάποιο διάστημα ήδη: Ο Δρόμος του μεταξιού (La Route de la soie). Ένας Δρόμος του μεταξιού που τοποθετεί τον χορογράφο εκεί που αισθάνεται καλύτερα: στο σταυροδρόμι των πολιτισμών.
Το "Béjart Ballet Lausanne" θα γιορτάσει το πέρασμα στον 21ο αιώνα και στην 3η χιλιετία με μια παραγγελία του Δημόσιου Ιδρύματος του Μουσείου και του Εθνικού Κτήματος των Βερσαλιών, το Παιδί - Βασιλιάς (Enfant-Roi) που θα έχει ως σκηνικό τη Βασιλική Όπερα του Πύργου, τον Ιούνιο του 2000. Στην άμεση συνέχεια της παραγωγής αυτής και σε μια πλατιά σκηνή που εγκαθίσταται στη Λίμνη του Ποσειδώνα, στους Κήπους του Πύργου, ο δάσκαλος, ευαίσθητος στο πνεύμα του χώρου, θα δημιουργήσει ένα εκθαμβωτικό πάτσγουορκ με τίτλο Το Φως των Υδάτων (La Lumière des eaux), είδος νέας ερμηνείας του "Μπαλέτου των μπαλέτων", που θα χειροκροτηθεί από 25.000 θεατές!
Η σεζόν 2000/2001 ξεκινά στο Λονδίνο, όπου το αγγλικό κοινό έχει με τη σειρά του την ευκαιρία να ανακαλύψει το Πρεσβυτέριο…! καθώς κι ένα πρόγραμμα παρόμοιο με τους Επτά ελληνικούς χορούς και το Μπολερό (με τη Sylvie Guillem ειδικότερα). Το συγκρότημα φεύγει, στη συνέχεια, για τη Ρουμανία, όπου δεν είχε πάει ποτέ στο παρελθόν, και για τη Βραζιλία, για μια περιοδεία τριών εβδομάδων: Ρίο, Σάο Πάολο, Μπραζίλια, Σαλβαδόρ και Μπέλο Οριζόντε, το συγκρότημα ξαναβρίσκει ένα κοινό πιστό κι ενθουσιώδες, ενώ οι επευφημίες του κοινού που χειροκροτεί όρθιο είναι επιβεβλημένες. Επιστρέφοντας στη Λοζάνη, το "Béjart Ballet Lausanne" παρουσιάζει το Επτά ελληνικοί χοροί, Συμφωνία για έναν μόνον άνθρωπο (που δημιουργήθηκε το 1955) και το Θαυμάσιο Μανδαρίνο. Στη συνέχεια, θα έλθει η σειρά του Μόντρεαλ, στις αρχές του 2001, όπου το "Béjart Ballet Lausanne" πηγαίνει για πρώτη φορά από τότε που ιδρύθηκε. Από το Φεβρουάριο έως το Μάιο του 2001, το συγκρότημα βρίσκεται στο Μπορντό και στο Μονπελιέ, στη Μαδρίτη, το Στρασβούργο και τη Μυλούζη, όπου παρουσιάζει την Ιεροτελεστία της Άνοιξης, πριν από τις Βρυξέλλες.
Παθιασμένος με τις δυνατότητες που προσφέρουν τα ρωμαϊκά θέατρα της Φουρβιέρ στη Λιόν, ο Μπεζάρ αποδέχεται την πρόσκληση του Γενικού Συμβουλίου του Ροδανού για να δημιουργήσει ένα εντυπωσιακό έργο τον Ιούνιο του 2001: Φως. Εμπνευσμένο τόσο από τη Γένεση και το Κοράνι όσο κι από την εφεύρεση του κινηματογράφου, η νέα αυτή χορογραφία, που επευφημήθηκε από 30.000 θεατές, βρίσκει την έμπνευσή της στη συγκίνηση που δημιουργεί η συνάντηση τριών αξέχαστων δημιουργών: του Μπαχ, του Μπρελ και της Μπαρμπαρά.
Βαρκελώνη και Γένοβα θα κλείσουν τη σεζόν 2001, ενώ το 2001/2002 θα ξεκινήσει με εξαιρετική παράσταση στη Γενεύη, ύστερα από πρόσκληση του CERN (Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Πυρηνική Έρευνα). Στην αρχή του φθινοπώρου, το "Béjart Ballet Lausanne" είναι προσκεκλημένο στο Παρίσι, για νέες σειρές παραστάσεων του To Πρεσβυτέριο… ! και της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης. Ακολουθεί μια περιοδεία στην Ασία: Σεούλ, Πεκίνο, Σαγκάι και Ταϊπέι επιφυλάσσουν θριαμβευτική υποδοχή στο συγκρότημα και στο Το Πρεσβυτέριο…! Ο μήνας που ακολουθεί αφιερώνεται σε μια σειρά παραστάσεων στη Λοζάνη. Μπάντεν Μπάντεν, Άμστερνταμ και Βουδαπέστη σημαδεύουν τους πρώτους μήνες του 2002, καθώς και το Παρίσι, για μια ειδική παράσταση του συγκροτήματος στην U.N.E.S.C.O., προς τιμήν του Léopold Sedar Senghor. Το "Béjart Ballet Lausanne" αναχωρεί στη συνέχεια για Ιαπωνία, όπου παραμένει για 5 εβδομάδες. Μια περιοδεία κάτω από τον ήλιο θα κλείσει την περίοδο: Αθήνα, Κύπρος, Νιμ, Παλέρμο, Βερόνα και Ρώμη.
Η νέα σεζόν 2002/2003 σημαδεύεται από δυο γεγονότα: ο Μπεζάρ ιδρύει ένα νέο συγκρότημα με την ονομασία Compagnie M (Συγκρότημα Μ), γύρω από 15 πτυχιούχους της σχολής του Rudra Béjart κι ένα θέαμα που αφιερώνεται στη Μητέρα Τερέζα. Από την άλλη πλευρά, ο χορογράφος ετοιμάζει ένα πρόγραμμα εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στο Στραβίνσκι για το "Béjart Ballet Lausanne", που περιλαμβάνει πιο συγκεκριμένα το Κονσέρτο για βιολί και το Πουλί της Φωτιάς. Το πρόγραμμα αυτό παρουσιάζεται στη Λοζάνη και, μετά, στην Αγία Πετρούπολη και στη Μόσχα, το Δεκέμβριο. Πριν από αυτό, το συγκρότημα έδωσε παραστάσεις στη Λισαβόνα με το Μπολερό και τους Επτά ελληνικούς Χορούς, και στην Εσθονία, όπου το βαλτικό κοινό ανακαλύπτει το Μορίς Μπεζάρ και Το Πρεσβυτέριο … !
Η έναρξη της περιόδου 2002/2003 σημαδεύεται από δυο γεγονότα. Από τη μια, ο Μορίς Μπεζάρ, θαυμάζοντας την ποιότητα των πτυχιούχων της σχολής του "Rudra", συστήνει ένα συγκρότημα τζούνιορ: το Συγκρότημα Μ (Compagnie M). Το θέαμα που δημιουργεί για τους δεκαπέντε αυτούς νέους καλλιτέχνες και για τη Marcia Haydée, Μητέρα Τερέζα και τα παιδιά του κόσμου, ξεκινά μια μακρά περιοδεία σε ολόκληρο τον κόσμο, έως τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Από την άλλη πλευρά, ο χορογράφος ανεβάζει ένα πρόγραμμα εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στο Στραβίνσκι για το "Béjart Ballet Lausanne". Παρουσιάζεται πρώτα στη Λοζάνη, αμέσως μετά στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα. Το θέαμα αυτό έχει ως "highlights" το Κονσέρτο για Βιολί και Το Πουλί της Φωτιάς. Πριν από αυτό, το συγκρότημα θα δώσει παραστάσεις στη Λισαβόνα, με το Μπολερό και τους Επτά ελληνικούς χορούς, και στην Εσθονία όπου το βαλτικό κοινό θα ανακαλύψει Το Πρεσβυτέριο …
Ο κατάλογος του Βéjart κρύβει τόσα μαργαριτάρια που θα ήταν παράλογο να μην ψαρεύει εκεί, από καιρού εις καιρό. Την άνοιξη του 2003, η Λιόν υποδέχεται έτσι μια επανέκδοση του Ο Μαγεμένος Αυλός (1981), ωδή στη συμπληρωματικότητα των φύλων και στην ένωση μέσα στην ευτυχία, που θα γεμίσει επίσης τις όμορφες βραδιές του Παρισιού. Όμως, το "BBL" δεν προλαβαίνει να αφήσει πίσω του το Palais des Congrès και η αυλαία της Όπερας ανοίγει σε ένα πρόγραμμα αποκλειστικά Μπεζάρ, που ερμηνεύεται, όπως επιβάλλεται, από το μπαλέτο, τους σολίστες και τα αστέρια του θεσμού. Πέρα από μια δημιουργία για το Manuel Legris, το πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει τα τρία αριστουργήματά του που είναι ο Θαυμαστός Μανδαρίνος (1992), Το Πουλί της Φωτιάς (1970) και το Webern Opus V (1966). Και, όπως κάθε χρόνο, το "BBL" κάνει το γύρο των μητροπόλεων: Βριξέλες, Βερολίνο, Βαρκελώνη, Άμστερνταμ… Καθώς δεν είναι ελεύθερος τη δεδομένη ημερομηνία για να λάβει στο Μπολσόϊ το Βραβείο Χορού Benois, ο Μορίς Μπεζάρ θα τιμηθεί λίγο αργότερα στη Λοζάνη. Το τρόπαιο του δίδεται τότε από το δημιουργό του, το γλύπτη Igor Ustinov.
Τμήμα μιας αναδρομικής εκδήλωσης στη Λοζάνη (ταινίες, σχέδια, σκηνικά, κοστούμια…) για τα 10 χρόνια από το θάνατο του Φελίνι, το Τσάο Φεντερίκο αποτελεί, στα τέλη του Οκτώβρη, στο Ανάκτορο του Beaulieu, το φόρο τιμής ενός γίγαντα της σκηνής σε ένα γίγαντα της οθόνης. Ο Μπεζάρ που συνδεόταν με φιλία με τον σκηνοθέτη του κινηματογράφου όπως και με το "διαπιστευμένο" μουσικοσυνθέτη του, το Νίνο Ρότα, θα μπορούσε να είχε δώσει στο θέαμα αυτό τον τίτλο Amarcord… (το θυμάμαι στη διάλεκτο του Ρίμινι). Για το ίδιο γκαλά, ο Gil Roman δίνει το Υπερηχογράφημα μιας φάλαινας, με διάφορα κομμάτια του Ρότα, ξεκινώντας με το Κονσέρτο για πιάνο. Και, κατά την ίδια περίοδο, χορογράφοι και χορευτές κάνουν πρόβες για το πρόγραμμα του τέλους του έτους. Ένα πρόγραμμα υπό το διπλό αστερισμό της επίκλησης της θάλασσας και του θανάτου. Η θάλασσα, σύμβολο ζωής (Η μουσική συχνά με παίρνει όπως μια θάλασσα), ο θάνατος που στοιχειώνει τις Vier letzte Lieder του Richard Strauss (Να’ ναι ο θάνατος, 1970), και εκείνος που θα κατακεραυνώσει τον Άγιο Ιωάννη το Βαπτιστή όταν η Σαλώμη θα έχει αφήσει το έβδομο πέπλο της (Iokanaan, δημιουργία).
Από τη Μασαλία στο Παλέρμο, από τη Γένοβα στη Λισαβόνα ακόμη και στο Τόκιο, το πρώτο εξάμηνο του 2004 του "BBL" θα είναι ιδιαίτερα διεθνές. Σε προσωπικό επίπεδο, το πρώτο εξάμηνο για τον ίδιο το χορογράφο Μορίς Μπεζάρ θα είναι εξίσου διεθνές. Η Scala του Μιλάνου προτείνει μια νέα εκδοχή της Ιεροτελεστίας, η Όπερα του Ρήνου ανεβάζει και πάλι το Le Marteau sans maître (Το Σφυρί χωρίς αφεντικό) (σε μουσική P. Boulez), το Μπαλέτο του Βερολίνου του ζητά το Ring um den Ring (Βάγκνερ), το Μπαλέτο του Τόκιο ανεβάζει το Θαυμαστό Μανδαρίνο (Le Mandarin merveilleux) (Μπάρτοκ). Όσο για τα σημαντικά πνευματικά δικαιώματα που απορρέουν από όλες αυτές τις επαναλήψεις, τροφοδοτούν ένα ίδρυμα που καλείται να βοηθήσει τους νέους χορευτές στην εκπαίδευσή τους.
Στη Λοζάνη, την άνοιξη, ο Μπεζάρ παρουσιάζει μιαν ολόκληρη ανθολογία την οποία, μεταξύ άλλων, εμπλουτίζουν ο Μαγεμένος Αυλός και το Μπαχτί (πλήρης έκδοση, 1968). Σαν απόμακρη ηχώ της δεκαετίας του ’60, όπου τόσοι πολλοί ήταν εκείνοι που υπέκυψαν στον πειρασμό της Ανατολής, το Μπαχτί αποτελεί τη σύνδεση με το απομακρυσμένο παρελθόν του χορογράφου, την εποχή εκείνη όπου ενσάρκωνε το νεωτερισμό, σπάζοντας όλους τους κώδικες. Συνδυάζοντας το λεξιλόγιο του μπαράτ νατιάμ με τη γραμματική του κλασικού δυτικού χορού, αυτό το καλτ μπαλέτο, που επί μακρόν περιόδευσε σε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων της Μόσχας και των Μπολσόι, βρίσκει επιτέλους ξανά τα φώτα της ράμπας.
Πράγματι, είναι η εποχή των συναντήσεων με τους φίλους από τα παλιά. Το Δεκέμβριο του 2004, ο Μπεζάρ βγάζει το καπέλο στον ανέκαθεν "συνένοχό" του, το συνθέτη Pierre Henry. Από τη Συμφωνία για έναν άνθρωπο μόνο (Symphonie pour un homme seul) (1955), μια δεκαριά δημιουργίες έχουν σφραγίσει τη συνεργασία τους. Γι’ αυτήν τη βραδιά "Pierre Henry", ο Μπεζάρ επιλέγει την αναπόφευκτη Συμφωνία – την οποία θεωρεί σήμερα ως το opus 1 του –, την Batterie fugace και τις Παραλλαγές για μια πόρτα κι έναν αναστεναγμό (Variations pour une porte et un soupir). Άλλος φόρος τιμής, εκείνος που ο χορογράφος αποδίδει στον ερμηνευτή φετίχ του, που είναι στο πλάι του επί είκοσι πέντε χρόνια! Υπό τον τίτλο Έξι πρόσωπα αναζητούν χορευτή (Six personnages en quête d’ un danseur), ο Μπεζάρ σκηνοθετεί έξι ρόλους που σημάδεψαν την καριέρα του Gil Roman : Άμλετ, Φάουστ, Μπρελ, Τσάπλιν, ο περιστρεφόμενος δερβίσης του Γκολεστάν (Golestan) και το Παλτό (Manteau).
Για να γιορταστούν οι χρυσοί γάμοι του χορογράφου και ενός συγκροτήματος που ονομάστηκε διαδοχικά "Ballets de l’ Etoile", "Μπαλέτο Θέατρο του Παρισιού" (Ballet - théâtre de Paris), "Μπαλέτο του 20ού αιώνα" (Ballet du XXe Siècle) και "Μπεζάρ Μπαλέ Λοζάνη" ("Béjart Ballet Lausanne"), ένα μεγάλο γκαλά δίνεται στο Ζενίθ της Λίλης. Από τη Duska Sifnios, την πρώτη ερμηνεύτρια του Μπολερό, στο Jean Babilée, εκείνου του Life, πολλοί καλλιτέχνες έρχονται για να εκφράσουν τη φιλία τους στο Μπεζάρ. Μια νέα ταινία του αφιερώνεται. Με την υπογραφή του Serge Korber, γυρίστηκε τόσο στις κατακόμβες του Παλέρμο όσο και στο Cadaques και το Τόκιο, η ταινία "Μπεζάρ; Είπατε Μπεζάρ;" (Béjart? Vous avez dit Béjart!) επιχειρεί ταξίδια με επιστροφή μεταξύ του χθες, με τη στήριξη εικόνων αρχείου, και του σήμερα. Τον Απρίλη 2005, στο Μετροπόλ, στη Λοζάνη, οι Εκδόσεις Jacques Brel γυρίζουν το "Brel et Barbara" (Μπρελ και Μπαρμπαρά). Και αυτή η καταγραφή περιλαμβάνει ντοκουμέντα αρχείου και συμπληρώνεται με ένα πορτρέτο του Μπεζάρ που γυρίστηκε με ευκαιρία τις πρόβες του μπαλέτου αυτού. Οι παραγωγές αυτές είναι διαθέσιμες σε DVD, όπως το B comme Béjart, ταινία μεγάλου μήκους του Marcel Schüpbach, που γυρίστηκε το 2001 όταν ο χορογράφος ανέβαζε το Lumière (Φως).
Το 2005 και πάλι, το "BBL" διασχίζει την Ευρώπη (Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Σλοβενία), τη Μέση Ανατολή (Λίβανος) και την Ασία (Κορέα, Χονγκ Κονγκ, Σαγκάη, Πεκίνο και Ταϊπέι). Επτά διαφορετικά προγράμματα για τα οποία πρέπει βέβαια να γίνουν πρόβες, σε βάρος των δημιουργιών. Το συγκρότημα δεν έχει επιλογή. Η οικονομική του ισορροπία εξαρτάται από τις επικερδείς περιοδείες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Μορίς Μπεζάρ προτείνει, με την κύρια παράσταση του L’Amour – La Danse (Η Αγάπη – Ο Χορός), μια συνέχεια που αποτελείται από αποσπάσματα μπαλέτων που αναφέρονται στο συναίσθημα του έρωτα: Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Μπρελ και Μπαρμπαρά (Brel et Barbara), Συχνά η θάλασσα με παίρνει… (Souvent la mer me prend…), κλπ.
Το τέλος της χρονιάς καταλαμβάνει το ανέβασμα του Ζαρατούστρα, ο ύμνος του χορού (Zarathoustra, le chant de la danse). Προφανής αναφορά στο Νίτσε, έναν από τους αγαπημένους συγγραφείς του χορογράφου. Η σχέση μεταξύ του Béjart και του Νίτσε έχει ήδη οδηγήσει σε πολλά μπαλέτα, από το Messe pour le temps présent (Λειτουργία για τον παρόντα χρόνο) έως το Διόνυσο. Το νέο αυτό opus φέρει λοιπόν όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον Μπεζάρ, με αυτήν την ισχυρή συμβολική του τριγώνου και του τετραγώνου, του αιώνιου ζευγαριού καθώς και των μυθικών πλασμάτων. Χωρίς να ξεχνάμε τους κεραυνούς και τα "εφέ" της σκηνοθεσίας: μετά τη βία των πολεμιστών της αυγής του χρόνου, η απαλότητα των κοριτσιών λουλουδιών. Μερικούς μήνες αργότερα, υπό τη διπλή υπογραφή των Μορίς Μπαζάρ και Michel Robert, οι εκδόσεις "Actes Sud", δημοσιεύουν το Έτσι χορεύει ο Ζαρατούστρα (Ainsi danse Zarathoustra), μια ακολουθία συνεντεύξεων των οποίων ο Νίτσε αποτελεί το "μίτο της Αριάδνης".
​​