ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
ΕΝΘΥΜΙΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ


Ενθύμιον Κωνσταντινουπόλεως

Για να ξεκινήσεις να γράφεις για τη μουσική κληρονομιά της Πόλης πρέπει να συμβουλευτείς βιβλία πολλά και ποικίλα. Μουσικά, ιστορικά, ταξιδιωτικά, λογοτεχνικά και κώδικες χειρόγραφους μουσικούς. Να ψάξεις παλιές φωτογραφίες και καρτ ποστάλ. Να περπατήσεις στους δρόμους της και τις γειτονιές της. Στη Μεγάλη οδό του Πέρα, όπου οι ήχοι των μουσικών του δρόμου ανακατεύονται με τις μουσικές από τα παρακείμενα δισκοπωλεία. Κλαρίνα, ποντιακές λύρες, σάζια από τους επίλυδες της Ανατολής ή σαντούρι περσικό από κάποιον διερχόμενο Πέρση. Να δεις τα βουβά όργανα στον ιστορικό Μεγάλο Τεκέ του Beyoğlu. Να αφουγκραστείς τις ψαλμωδίες στην Μεγάλη Εκκλησία της Αγίας Σοφίας, τη Μονή της Χώρας και τις άλλες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες της. Στις αρμένικες εκκλησίες να πας και στις εβραϊκές χάβρες και συναγωγές. Τις σπαραχτικές επικλήσεις στον Αλλάχ να ακούσεις, τις φωνές των Μουεζίνιδων από τους μιναρέδες. Αν είσαι Ρωμιός, από το Πατριαρχείο πρέπει να περάσεις. Ακόμη κι αν δεν έχει λειτουργία, θα σταθείς στοχαστικός μπροστά από τα αναλόγια των Αρχόντων Μουσικοδιδασκάλων, Πρωτοψαλτών, Δομεστίκων και Λαμπαδαρίων. Των Μεγάλων Μαϊστόρων. Κοίταξε να ακούσεις στο γραμμόφωνο τραγούδια μερακλίδικα στις γλώσσες της Ανατολής. Γλώσσες πολλές και ιδιώματα. Ίσως και από φθαρμένες κασέτες. Να επισκεφτείς τους ιστορικούς ραδιοθαλάμους της Ραδιοφωνίας: "Burası Istanbul Radioyosü". Να θυμηθείς τους μεγάλους μαστόρους. Οργανοποιούς, οργανοπαίκτες, τραγουδιστές. Να μυρίσεις τη μυρωδιά από τον έλατο, το κελεμπέκι, το πεύκο, να χαϊδέψεις τα σεντεφένια ποικίλματα. Σε μεϊχανέ να πιεις ρακί με μεζεδάκια πολίτικα ακούγοντας φασίλ: ούτι, κανονάκι, βιολί, κέφι αστείρευτο και νοσταλγία. Νοσταλγία για το χθες και για το αύριο. Πρέπει να γράψεις ονόματα πολλά. Δεν τα χωράει το χαρτί τόσα πολλά ονόματα. Πόσο μάλλον την ιστορία τους, το έργο τους και την προσφορά τους. Ονόματα μεγάλων μαστόρων κάθε γένους και φυλής που ύψωσαν πολύ ψηλά την τέχνη της μουσικής. Αλλά ύστερα από όλα αυτά και από άλλα τόσα, πάλι θα νιώθεις ανέτοιμος, λίγος, μικρός, ελάχιστος.
Μέσα σε αυτό το πέλαγος των μουσικών ιδιωμάτων επιλέξαμε για τη σημερινή συναυλία λίγες χαρακτηριστικές νησίδες που θα μας επιτρέψουν να κατανοήσουμε, αλλά και να απολαύσουμε τη μεγάλη αυτή ιστορική, αλλά και ζώσα παράδοση. Παράδοση που σφράγισε τα μουσικά πράγματα της Ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής για δεκαπέντε περίπου αιώνες.
Η συναυλία μας ξεκινάει με μία ενότητα έργων της Λόγιας Μουσικής της Πόλης. Είναι η μουσική που άνθισε στη μεταβυζαντινή Κωνσταντινούπολη από τον 16ο αιώνα. Μέσα στους κύκλους της οθωμανικής αυλής τούρκοι, πέρσες, άραβες, ρωμιοί, αρμένιοι, εβραίοι αλλά και πολωνοί και φράγκοι συνθέτες δημιούργησαν την υψηλής τέχνης και αισθητικής αυτή μουσική. Στην ίδια ενότητα ακούμε και το "κράτημα" σημαντικό έργο της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής, της Ψαλτικής Τέχνης, της οποίας η Κωνσταντινούπολη υπήρξε το αδιαφιλονίκητο κέντρο για πάνω από χίλια χρόνια. Και αμέσως μετά, έργα περσικής έντεχνης μουσικής μιας και ιστορικές και πολιτικές πραγματικότητες έφεραν στην Πόλη πολλούς και επιφανείς πέρσες συνθέτες και μουσικούς κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα. Έργα τους μας σώζονται στις μουσικές συλλογές των Ali Ufkî Bobowski και του Πρίγκιπος Δημητρίου Καντεμίρη που γράφηκαν στα μέσα και στα τέλη του 17ου αιώνα αντίστοιχα.
Τέσσερις ιδιαίτερες ενότητες στο πρόγραμμα περιλαμβάνουν παραδοσιακά αρμένικα, σεφαραδίτικα, τουρκικά και ελληνικά τραγούδια της Πόλης που διαμόρφωσαν το μουσικό πορτρέτο της Πόλης κατά τους τελευταίους αιώνες. Ιδίως της μουσικής της διασκέδασης και της ψυχαγωγίας.
Στη συναυλία ακούγονται και δύο σύγχρονες συνθέσεις με έντονες αναφορές στην Πόλη: η Προσευχή του Θωμά Κοροβίνη και το Συρτό Ν. Υόρκης του Κυριάκου Καλαϊτζίδη. Το τραγούδι του Θωμά Κοροβίνη διεισδύει στη βαθιά προσωπική σχέση του πονεμένου ανθρώπου της Ανατολής με την παρηγορητική Κωνσταντινούπολη. Παρηγορία και παραμυθία που πηγάζει από τη μητέρα της Πόλης, τη Μεριέμ Ανά, την Παναγία.
Τέλος, ο μάλλον παραπλανητικός τίτλος Συρτό Ν. Υόρκης συνδέεται με την αφορμή σύνθεσης του έργου. Η Ν. Υόρκη αποτέλεσε στον 20ό αιώνα ένα σύμβολο ελευθερίας, πολυμορφίας και δυναμισμού σε κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης δραστηριότητας – τον απόλυτο προορισμό. Κάτι αντίστοιχο με την Κωνσταντινούπολη των μέσων χρόνων. Την Πόλη. Η σύνθεση αφορμάται από την αγωνία εισόδου στην ιδανική πόλη, προσδίδοντάς της μεταφυσικές προεκτάσεις, κάτι που χαρακτήριζε άλλωστε πάντα τους κατοίκους της Βασιλεύουσας.
Το σημερινό αφιέρωμα έρχεται ως φυσική συνέχεια της μεγάλης ερευνητικής και καλλιτεχνικής δραστηριότητας που έχει αναπτύξει το μουσικό σχήμα Εν Χορδαίς και ο ομώνυμος Πολιτιστικός Οργανισμός γύρω από τη μουσική παράδοση της Πόλης. Μέσα από την ενδελεχή έρευνα και τη μελέτη ανέδειξε το έργο του Ζαχαρία Χανεντέ, καθώς και τα έργα κοσμικής μουσικής του Πέτρου Πελοποννησίου, αμφοτέρων, μεγάλων συνθετών του 18ου αιώνα. Στις εκδόσεις του ακόμα περιλαμβάνονται οι δίσκοι των Ταμπουρί Ισαάκ, μεγάλου Εβραίου συνθέτη του 18ου αιώνα, των κορυφαίων δεξιοτεχνών Γιώργου Μπατζανού (ούτι, 1900-1977), Ερόλ Ντεράν (κανονάκι, 1933), Μισιρλί Αχμέτ (τουμπελέκι, 1963) και τα corpus με παρτιτούρες των Kemani Tatyos Eksertzian Efnedi (1858 -1913) και Ζαχαρία Χανεντέ. Με πολλές εμφανίσεις σε σημαντικούς συναυλιακούς χώρους και φεστιβάλ στην Κωνσταντινούπολη και πολλές διαπροσωπικές σχέσεις και συναυλιακές και δισκογραφικές συνεργασίες με κορυφαίους μουσικούς.
Πριν από λίγες ημέρες, το Εν Χορδαίς γιόρτασε δεκαπέντε έτη συνεχούς λειτουργίας και δραστηριότητας. Είναι ευτυχής η συγκυρία που η επέτειος αυτή επισφραγίζεται με την σημαντική αυτή συναυλία αφιερωμένη στη μουσική παράδοση της Κωνσταντινούπολης.
Κυριάκος Καλαϊτζίδης

Μικρό Ανθολόγιο Κειμένων
Επιμέλεια: Κυριάκος Καλαϊτζίδης

"Σκηνές από τη βυζαντινή μουσική ζωή"
Ο Αυτοκράτωρ Θεόφιλος περί το 830, "εμέλιζε στιχηρά, και διδούς τοις ψάλταις, προέτρεπεν αυτούς, ίνα ψάλλωσιν αυτά· και αυτός ηγάπα να χειρονομή και εν φαιδραίς πανιγύρεσι" . Ακόμη, συχνά στα βασιλικά γεύματα οι ψάλτες της Αγίας Σοφίας, οι Αγιοσοφίται και οι των Αγίων Αποστόλων, οι Αγιαποστολίται, έψαλλαν επαίνους στον βασιλέα, τα βασιλίκια, "ηρεμούντες, καθ’ όν χρόνον ηύλουν τα δύο αργυρά όργανα" .
"Περιστατικό του Μωάμεθ του Πορθητή με Ρωμηούς Πρωτοψάλτες"
Στο Χρονόγραφον από κτίσεως κόσμου του Δωρόθεου Μονεμβασίας που εκδόθηκε στη Βενετία διαβάζουμε το παρακάτω περιστατικό που έλαβε χώρα παρουσία του σουλτάνου Μωάμεθ του Πορθητή και του Πατριάρχου Γενναδίου Σχολάριου. Αφού περιγράφει τη φιλομάθεια του σουλτάνου που "κανένα πράγμα δεν άφηκε να μην το εξετάσει…, έμαθε δε ότι οι Ρωμαίοι γράφουν τας φωνάς των ψαλτών, και των τραγουδιστάδων, κι έκραξέ τους εις το παλάτι, και είχον ένα Πέρση, εκλεκτόν, και ώρισε, και ετραγούδισεν. Ο δε κυρ Γεράσιμος και κυρ Γεώργιος οι ψάλται έγραφαν τα φωνάς του Πέρσου. Εσχεδίασαν ουν το τραγούδι του Πέρσου, και τότε ώρισε να τον ψάλλουν. Και έψαλαντο καλλιώτερα παρά τον Πέρσην. Ήρεσέ του πολλά και εθαύμασε την λεπτότητα των Ρωμαίων, και εφιλοδώρησε τους ψάλτας. Ο δε Πέρσης, ως είδε πως είναι τοιούτοι τεχνίται, επροσκύνησέ τους."

"Ο Πέρσης αυλικός μουσικός Εμιργκέν-ογλούς, ο σουλτάνος Μουράτ Δ΄ και ένας ανώνυμος Ρωμηός ευγενής" .
"Μια δε των ημερών, όντος εκεί του σουλτάνου έλαχε να περάση με το καΐκι Ρωμαίος τις των ευγενών, και ετραγώδει μπεστέν εις γλώσσαν περσικήν. Ακούσας της φωνής ο Εμιργκέν-ογλούς συγκαθήμενος τω βασιλεί, ήνοιξε το τζάμι δια να ακούσει καλήτερα. Ο Ρωμαίος ιδών αυτόν εσιώπησεν. Αλλ’ ο Εμιργκέν-ογλούς κατελθών εις το περιγιάλι παρεκάλει αυτόν, ορκίζων επ’ ονοματι του θεού και του Ιησού Χριστού, να σταθή και να τελειώσει τον μπεστέν, ού γενομένου φιλοφρόνως υπεδέχθη αυτόν ο Εμιργκέν-ογλούς θαυμάζων την εις την μουσικήν και εις τα περσικά προκοπήν του, και ηρώτησεν αυτόν τις αν είη. Ακούσας δε αυτόν είναι Ρωμαίον υποχείριον τω σουλτάν Μουράτ, χαρίσας αυτώ δώρον αξιόλογον απέπεμψεν. Είτα εισελθών προς τον σουλτάν Μουράτ είπεν: “Οι υποχείριοί Σου Ρωμαίοι ήσαν ποτε κύριοι της πόλεως, και αυτός οπού τώρα είδον με απέδειξεν ότι ήσαν άξιοι της βασιλείας. Οι ιστορικοί μας ομολογούσι τας αρετάς αυτών, αλλ’ εγώ εις τόδε δεν είχον συνομιλήσει τινί αυτών οπού να με φανή άξιος δια την υπόληψιν και φήμην οπού είχον αποκτήσει εις του παρελθόντας χρόνους. Και αν όλοι ομοιάζουν με αυτόν οπού κατά συμβεβηκώς τώρα έλαχε να ιδώ, ανάγκη να ομολογήσω ότι ήσαν άξιοι να βασιλεύουν τούτων των επαρχιών. Κατά δε την μουσικήν υπερτερών εγώ πάντας τους ομογενείς μου, ήθελα νομίσει ευτυχή εμαυτόν αν εγινόμην μαθητής αυτού του Ρωμαίου”".

"Ο τριήμερος καθιερωμένος εορτασμός του Πάσχα υπό τους ήχους λαϊκών οργάνων στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στους δρόμους της οθωμανικής Κωνσταντινούπολης" .
Η Κωνσταντινούπολη ζούσε ακόμη ζωή έντονα χριστιανική. Όπως και στη βυζαντινή εποχή, το Πάσχα τα μέλη των συντεχνιών, μ’ επικεφαλής τους γουναράδες και τους χασάπηδες, χόρευαν επί τρεις ημέρες στους δρόμους κάτω από τους ήχους λαϊκών οργάνων κι έπιναν για την Ανάσταση του Χριστού. Για την επικύρωση του προνομίου στέλνονταν δύο χιλιάδες κόκκινα αυγά, μέσω του πρωτοσυγκέλου και ο σουλτάνος κρατούσε το μερίδιό του. Σε αυτό το ίδιο το Πατριαρχείο κατέβαιναν στην αυλή για να δώσουν το σύνθημα να αρχίσουν οι χοροί. Οι συντεχνίτες έρχονταν να πάρουν την ευλογία του αρχηγού της Εκκλησίας προτού αρχίσουν οι γιορτασμοί, στους οποίους μετείχαν σαν παρατηρητές και άνθρωποι άλλων δογμάτων καθώς και Τούρκοι. "…..και ήτον εις την Πόλιν μία κοινή χαρά και πανήγυρις τας τρεις εκείνας ημέρας".

"Ο Στανίτσας τραγουδάει Ζαχαρία Χανεντέ"
Ο Στανίτσας είχε όψη και έκφραση και κατάρτιση μεταβυζαντινού χανεντέ. Μελωποιού και μελωδού. Με ηδύτητα και πάθος. Είχε και τάλαντο φωνής από απλόχερη προικοδότηση της φύσης. Όλα, στοιχεία προσαρμογής στο μουσικό κατεστημένο της Ανατολής και της Πόλης. Στο χώρο που ζούσε και πρωτοψάλτευσε (1959 – 1964), ύστερα από μία μακρά θητεία ως Λαμπαδάριος. Όπου μυστικοπαθείς φιγούρες ασίκηδων (τροβαδούρων) και μουλλάδων, προσαρμοσμένες στους μυστικοπαθείς ρυθμούς των τεκέδων, εκτελούσαν συνθέσεις ονομαστών μουσικοσυνθετών. Ανάμεσά τους και Ρωμηοί.
Είχε τελειώσει η Λειτουργία μια Κυριακή πρωί. Κι ο Στανίτσας όπως το συνήθιζε, ήρθε στην παλιά Μεγάλη Αρχιδιακονία. Πάνω στο δρόμο του Φαναριού. Γεμάτος από τέλεσμα λειτουργικό και μέθη υμνολογική. Και έτοιμος να συνεχίσει ώσπου να υπνώσουν μέσα του οι φθόγγοι. Μα συνεχίστηκε η κουβέντα μας γύρω από τους παλιούς χανεντέδες. Τούρκους και Ρωμιούς. Από δω ο Ντεντέ Εφέντης, από κει ο Βασιλάκης Εφέντης. Ο Ιτρί και ο Ζαχαρίας Εφέντης. Λέγοντας, ο Πρωτοψάλτης πήρε τη βάση του. Σωπάσαμε. Ο Ζαχαρίας Εφέντης σε απόδοση Στανίτσα. Ένας μπεστές σε ήχο Σεγκιάχ. Και το δώμα γέμισε. Κι ο χώρος όλος. Και το ποίκιλμα της μουσικής ξεχύθηκε στο δρόμο. Στο Φανάρι. Και χτύπησε η πόρτα μας.
Τρεις γενειοφόροι μεβλεβήδες άνθρωποι ωραίοι και ευγενείς μας έκαναν σχήμα και ζήτησαν να παρακαθήσουν μέσα. Πήγαιναν σε κάποιο μεβλούτι χανέ τους. Μα τους ξάφνιασε αυτό που άκουσαν. Το γνώρισαν που ήτανε του Ζαχαρία. Κι ήθελαν να γνωρίσουν κι αυτόν που το εκτελούσε. Το μουγκάνι το Ρούμ. Το Ρωμηό Πρωτοψάλτη. Πλησίασαν και φιλήθηκαν με το Στανίτσα. Και του ζήτησαν κάτι. Να τους ακολουθήσει στο Ντεργκιάχ τους. Και να το ξαναψάλει στη μνήμη του χανεντέ τους. Και θα το θεωρούσαν έκφραση αδερφοσύνης. Κι ο Πρωτοψάλτης δεν τους το αρνήθηκε.
Μαζί είχαμε πάρει τον ανήφορο της Μεγάλης Σχολής. ΚΙ εκεί πλάι στο "Καρακολάκι" της Μουχλιώτισσας ακούστηκαν από τον μεβλαχανά τους τ’ ασματικά τους. Ακούστηκαν και τα ηχήματα του πλαγίαυλου και τα κρουστά να μελωδούν το θείο έρωτα. Βγήκε και μας παρέλαβε ο "Γέροντας" τους μ’ ένα βαθύτατο σχήμα. Ανταποκριθήκαμε και μπήκαμε από μία είσοδο μυστικισμένη με γράμματα χρυσά στο υπέρυθρο: YA HAZRET – I MEVLANA.
"Ήρθε ο πρωτοψάλτης της Ορθοδοξίας, ανήγγειλε ο Τυπικάρης. ΚΙ έχει κάτι να μας πει". Κι οι Σεμαϊ σταμάτησαν. Κι ο πλαγίαυλος και τα κρουστά. Κι ο Στανίτσας μυστικοπαθώς, αλλοιωμένος, επανέλαβε το μάθημα της "Αρχιδιακονίας". Πάλι σε ήχο Σεγκιάχ. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα θαυμασμού των παρισταμένων. Και με τιμητικότατες εκδηλώσεις για τη μουσική των Ρούμ. Και φιλοφρονήσεις για τον ψαλμωδό μας.