Σωτηρία Μπέλλου

Τραγούδι
Η Σωτηρία Μπέλλου γεννήθηκε στο χωριό Χάλια, λίγο έξω από τη Χαλκίδα, το 1921. Το οικογενειακό της περιβάλλον ήταν εύπορο, αλλά καταπιεστικό, μην επιτρέποντάς της να ξεδιπλώσει το ταλέντο και την αγάπη της για το τραγούδι. Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε, αλλά ο γάμος της έληξε άδοξα ύστερα από λίγους μήνες κακομεταχείρισής της, στην οποία απάντησε κάποτε ρίχνοντας βιτριόλι στο πρόσωπο του συζύγου της, ενέργεια που της κόστισε τέσσερις μήνες στη φυλακή. Το 1940 βρέθηκε στην Αθήνα και, παράλληλα με διάφορες δουλειές για επιβίωση, οργανώθηκε στην Αντίσταση, συνελήφθη και βασανίστηκε. Τραγουδούσε σε διάφορες ταβέρνες, σε μία από τις οποίες την ανακάλυψε ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο οποίος διέγνωσε το ταλέντο της και της έδωσε μια θέση πλάι του στο πάλκο και την ευκαιρία να ηχογραφήσει συνθέσεις του, με χαρακτηριστικότερη τη «Συννεφιασμένη Κυριακή». Έκτοτε καθιερώθηκε ως μία από τις κορυφαίες φωνές του ρεμπέτικου –χάρη στη μοναδική χροιά της– και συνεργάστηκε με πολλούς κορυφαίους συνθέτες, όπως τον Μάρκο Βαμβακάρη και, αργότερα, τον Διονύση Σαββόπουλο και τον Δήμο Μούτση. Εθισμένη στον τζόγο και στο αλκοόλ, αντιμετώπισε προβλήματα υγείας και επιβίωσης. Πέθανε το 1997.
​​